sie
Personalpronomen | προσωπική αντωνυμία pers pr <3.Singular | ενικός sgNominativ | ονομαστική nomFemininum, weiblich | θηλυκό f>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- αυτήsiesie
- τη(ν)sie Akkusativ | αιτιατικήakksie Akkusativ | αιτιατικήakk
- τηςsiesie
- αυτοίMaskulinum, männlich | αρσενικό msie Plural | πληθυντικόςplNominativ | ονομαστική nomαυτέςFemininum, weiblich | θηλυκό fsie Plural | πληθυντικόςplNominativ | ονομαστική nomαυτάNeutrum, sächlich | ουδέτερο nsie Plural | πληθυντικόςplNominativ | ονομαστική nomsie Plural | πληθυντικόςplNominativ | ονομαστική nom
- τουςMaskulinum, männlich | αρσενικό msie Plural | πληθυντικόςplAkkusativ | αιτιατική akkτιςFemininum, weiblich | θηλυκό fsie Plural | πληθυντικόςplAkkusativ | αιτιατική akkταNeutrum, sächlich | ουδέτερο nsie Plural | πληθυντικόςplAkkusativ | αιτιατική akksie Plural | πληθυντικόςplAkkusativ | αιτιατική akk
examples
- da ist sie!να τη!