„diese“: Demonstrativpronomen | Femininum, weiblich dieseDemonstrativpronomen | δεικτική αντωνυμία dem prFemininum, weiblich | θηλυκό f <Nominativ | ονομαστικήnomSingular | ενικός sg> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αυτή, αυτοί, αυτές, αυτά αυτή diese diese αυτοίMaskulinum, männlich | αρσενικό m diese Plural | πληθυντικόςpl αυτέςFemininum, weiblich | θηλυκό f diese Plural | πληθυντικόςpl αυτάNeutrum, sächlich | ουδέτερο n diese Plural | πληθυντικόςpl diese Plural | πληθυντικόςpl