Mannschaft
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -en>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- πλήρωμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nMannschaft Nautik, Schifffahrt | ναυτικός όροςSCHIFF Luftfahrt | αεροπορίαFLUGMannschaft Nautik, Schifffahrt | ναυτικός όροςSCHIFF Luftfahrt | αεροπορίαFLUG
- ομάδαFemininum, weiblich | θηλυκό fMannschaft Sport | αθλητισμόςSPORTMannschaft Sport | αθλητισμόςSPORT