εξαιρετικά
[ekseretiˈka]επίρρημα | Adverb advOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
examples
- εξαιρετικά ενδιαφέρων
- εξαιρετικά λεπτομερήςdetailreich, sehr ausführlich
- εξαιρετικά συμπυκνωμένος χημεία | Chemieχημ