Greek-German translation for "εξωτερικός"

"εξωτερικός" German translation

εξωτερικός
[eksoteriˈkos], εξωτερική, εξωτερικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • äußere, Außen-
    εξωτερικός που βρίσκεται έξω
    εξωτερικός που βρίσκεται έξω
  • Auslands-
    εξωτερικός έξω από τη χώρα
    εξωτερικός έξω από τη χώρα
  • auswärtig, Außen-
    εξωτερικός αναφερόμενος στις διεθνείς σχέσεις
    εξωτερικός αναφερόμενος στις διεθνείς σχέσεις
  • äußerlich
    εξωτερικός επιφανειακός
    εξωτερικός επιφανειακός
  • extern
    εξωτερικός υπόθεση, ζήτημα
    εξωτερικός υπόθεση, ζήτημα
examples
αριστερός εξωτερικός παίκτηςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Linksaußenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αριστερός εξωτερικός παίκτηςαρσενικό | Maskulinum, männlich m

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: