μετάδοση
[meˈtaðosi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Übertragungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετάδοση ασθένειας, στο ραδιόφωνομετάδοση ασθένειας, στο ραδιόφωνο
- Weiterleitungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετάδοση πληροφορίας φυσμετάδοση πληροφορίας φυσ
- Verbreitungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετάδοση δόγματος, θρησκείαςμετάδοση δόγματος, θρησκείας
- Vermittlungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετάδοση γνώσεωνμετάδοση γνώσεων
examples
- μετάδοση κίνησης και στους 4 τροχούςVierradantriebαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- μετάδοση κίνησης στους εμπρόσθιους τροχούςVorderradantriebαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- μετάδοση κίνησης στους οπίσθιους τροχούςHeckantriebουδέτερο | Neutrum, sächlich nHinterradantriebαρσενικό | Maskulinum, männlich m