Greek-German translation for "αλκοόλ"
"αλκοόλ" German translation
απαγόρευση αλκοόλ
Alkoholverbotουδέτερο | Neutrum, sächlich n
απαγόρευση αλκοόλ
χαμηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ
χαμηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ
κατανάλωση αλκοόλ
Alkoholgenussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Alkoholkonsumαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κατανάλωση αλκοόλ
κατάχρηση αλκοόλ
Alkoholmissbrauchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κατάχρηση αλκοόλ
δηλητηρίαση από αλκοόλ
Alkoholvergiftungθηλυκό | Femininum, weiblich f
δηλητηρίαση από αλκοόλ
υπόλοιπο αλκοόλουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Restalkoholαρσενικό | Maskulinum, männlich m
υπόλοιπο αλκοόλουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φόρος αλκοόλ
Alkoholsteuerθηλυκό | Femininum, weiblich f
φόρος αλκοόλ
μυρωδιά αλκοόλ
Alkoholfahneθηλυκό | Femininum, weiblich f
μυρωδιά αλκοόλ
αυτοσυγκράτηση στην κατανάλωση του αλκοόλ
Trinkfestigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich f
αυτοσυγκράτηση στην κατανάλωση του αλκοόλ
επίδραση αλκοόλ
Alkoholeinflussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Alkoholeinwirkungθηλυκό | Femininum, weiblich f
επίδραση αλκοόλ
περιεκτικότηταθηλυκό | Femininum, weiblich f αλκοόλ
Alkoholgehaltαρσενικό | Maskulinum, männlich m
περιεκτικότηταθηλυκό | Femininum, weiblich f αλκοόλ
επίπεδο αλκοόλ
Alkoholspiegelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
επίπεδο αλκοόλ