φόρος
[ˈforos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- φόρος
- Gebührθηλυκό | Femininum, weiblich fφόρος τέλοςφόρος τέλος
examples
- φόρος αλκοόλAlkoholsteuerθηλυκό | Femininum, weiblich f
- φόρος αποδοχώνEinkommensteuerθηλυκό | Femininum, weiblich f
- φόρος αυτοκινήτουKfz-Steuerθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples