„besonders“: Adverb besondersAdverb | επίρρημα adv Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ιδιαιτέρως, ξεχωριστά, πολύ, ιδιαίτερα, ιδίως, ιδιαίτερα ειδικά ιδιαιτέρως besonders nachdrücklich besonders nachdrücklich ξεχωριστά besonders separat besonders separat πολύ, ιδιαίτερα besonders sehr besonders sehr ιδίως, ιδιαίτερα, ειδικά besonders vor allem besonders vor allem