„πιο“: partikel πιο [pjo] partikel Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) besser als... die intelligenteste... der allerneueste... weiter oben/unten... am meisten... näher heran... examples πιο καλός από+αιτιατική | +Akkusativ +akk besser als+ονομαστική | +Nominativ +nom πιο καλός από+αιτιατική | +Akkusativ +akk η πιο έξυπνη die intelligenteste η πιο έξυπνη ο πιο πρόσφατος der allerneueste ο πιο πρόσφατος πιο πάνω/κάτω weiter oben/unten πιο πάνω/κάτω πιο πολύ am meisten πιο πολύ πιο κοντά näher heran πιο κοντά πιο μακριά weiter πιο μακριά πιο πολύ απ’ όλους am meisten πιο πολύ απ’ όλους πιο πολύ μου αρέσει … am besten gefällt mir … πιο πολύ μου αρέσει … πιο πολύ mehr πιο πολύ hide examplesshow examples