näher
Adjektiv | επίθετο, ως επίθετο adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- πλησιέστερος, κοντινότεροςnähernäher
examples
- die näheren Umständeτα συγκεκριμένα στοιχεία
- bei näherer Betrachtungμε μία λεπτομερέστερη παρατήρηση
näher
Adverb | επίρρημα advOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)