Greek-German translation for "κέντρο"

"κέντρο" German translation

κέντρο
[ˈkjendro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Zentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    κέντρο κεντρικό σημείο
    Mittelpunktαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κέντρο κεντρικό σημείο
    Mitteθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κέντρο κεντρικό σημείο
    κέντρο κεντρικό σημείο
  • Mittelpunktαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κέντρο μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    κέντρο μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
  • Zentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    κέντρο κτήριο, ίδρυμα
    κέντρο κτήριο, ίδρυμα
  • Lokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    κέντρο διασκεδάσεως
    κέντρο διασκεδάσεως
  • Zentraleθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κέντρο τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ
    Vermittlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κέντρο τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ
    κέντρο τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ
examples
  • κέντρο (της πόλης)
    Stadtmitteθηλυκό | Femininum, weiblich f
    Innenstadtθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κέντρο (της πόλης)
  • πολιτιστικό κέντρο
    Kulturzentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    πολιτιστικό κέντρο
  • κέντρο αποτοξίνωσης
    Entziehungsanstaltθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κέντρο αποτοξίνωσης
  • hide examplesshow examples
κοινοτικό πολιτιστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Gemeindezentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
κοινοτικό πολιτιστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
διαμονή σε κέντρο θεραπείας
Kuraufenthaltαρσενικό | Maskulinum, männlich m
διαμονή σε κέντρο θεραπείας
συνεδριακό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kongresszentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
συνεδριακό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
συμβουλευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Beratungsstelleθηλυκό | Femininum, weiblich f
συμβουλευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
νυχτερινό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Nachtlokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n
νυχτερινό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εμπορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Handelszentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εμπορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εκλογικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Wahllokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εκλογικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
συμβουλευτικό διατροφικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Ernährungsberatungθηλυκό | Femininum, weiblich f
συμβουλευτικό διατροφικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εμπορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Shoppingcenterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εμπορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
θεραπευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kurhausουδέτερο | Neutrum, sächlich n
θεραπευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εξοχικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Gartenlokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εξοχικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
άδεια εισόδου σε χιονοδρομικό κέντρο
Skipassαρσενικό | Maskulinum, männlich m
άδεια εισόδου σε χιονοδρομικό κέντρο
παραθεριστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Sommerferienlagerουδέτερο | Neutrum, sächlich n
παραθεριστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ερευνητικό κέντρο
Forschungszentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ερευνητικό κέντρο
ιστορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n της πόλης
Altstadtθηλυκό | Femininum, weiblich f
ιστορικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n της πόλης
εξοχικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Ausflugslokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εξοχικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
συμβουλευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n καταναλωτή
Verbraucherberatungθηλυκό | Femininum, weiblich f
συμβουλευτικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n καταναλωτή
πολιτιστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Kulturzentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
πολιτιστικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
διαστημικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Raumfahrtzentrumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
διαστημικό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εκθεσιακό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Messeθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκθεσιακό κέντροουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: