„Altstadt“: Femininum, weiblich AltstadtFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παλιά πόλη, ιστορικό κέντρο της πόλης παλιά πόληFemininum, weiblich | θηλυκό f Altstadt ιστορικό κέντροNeutrum, sächlich | ουδέτερο n της πόλης Altstadt Altstadt