Zentrale
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- κεντρική διεύθυνσηFemininum, weiblich | θηλυκό fZentraleκεντρικάNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplZentraleZentrale
- (τηλεφωνικό) κέντροNeutrum, sächlich | ουδέτερο nZentrale Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTELZentrale Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL