„daran“: Adverb daranAdverb | επίρρημα adv Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κοντά, εκεί, σ’ αυτό κοντά, εκεί daran räumlich daran räumlich σ’ αυτό daran daran examples daran sieht man απ’ αυτό βλέπει κανείς daran sieht man mir liegt viel daran έχει μεγάλη σημασία για μένα mir liegt viel daran daran denken το σκέφτομαι, δεν το ξεχνώ daran denken