Greek-German translation for "όριο"

"όριο" German translation

όριο
[ˈorio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nκαι | und κ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Grenzeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    όριο
    όριο
examples
  • ανώτατο όριο
    Maximumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    ανώτατο όριο
  • κατώτατο όριο
    Minimumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    κατώτατο όριο
  • δεν έχω όρια
    keine Grenzen kennen
    δεν έχω όρια
  • hide examplesshow examples
ζω κάτω από το όριο της φτώχειας
unter der Armutsgrenze leben
ζω κάτω από το όριο της φτώχειας
ανώτατο όριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Höchstgrenzeθηλυκό | Femininum, weiblich f
ανώτατο όριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ζω στο όριο της φτώχειας
ζω στο όριο της φτώχειας
κατώτατο όριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n διαβίωσης
Existenzminimumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
κατώτατο όριοουδέτερο | Neutrum, sächlich n διαβίωσης

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: