Greek-German translation for "φυσικός"

"φυσικός" German translation

φυσικός
[fisiˈkos]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, φυσική, φυσικό

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • natürlich, Natur-
    φυσικός που σχετίζεται με τη φύση
    φυσικός που σχετίζεται με τη φύση
  • physikalisch
    φυσικός που σχετίζεται με τη φυσική
    φυσικός που σχετίζεται με τη φυσική
  • leiblich
    φυσικός γονείς, παιδιά
    φυσικός γονείς, παιδιά
  • natürlich, ungezwungen, unbefangen
    φυσικός μη τεχνητός μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    φυσικός μη τεχνητός μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
examples
φυσικός
[fisiˈkos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Physikerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
    φυσικός
    φυσικός
πυρηνικός φυσικόςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Kernphysikerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πυρηνικός φυσικόςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πυρηνική φυσικόςθηλυκό | Femininum, weiblich f
Kernphysikerinθηλυκό | Femininum, weiblich f
πυρηνική φυσικόςθηλυκό | Femininum, weiblich f

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: