σχέδιο
[ˈsçeðio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Skizzeθηλυκό | Femininum, weiblich fσχέδιο ζωγραφικήςZeichnungθηλυκό | Femininum, weiblich fσχέδιο ζωγραφικήςσχέδιο ζωγραφικής
- Planαρσενικό | Maskulinum, männlich mσχέδιο πλάνο, πρόγραμμασχέδιο πλάνο, πρόγραμμα
- Entwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich mσχέδιο σχεδιάγραμμαKonzeptουδέτερο | Neutrum, sächlich nσχέδιο σχεδιάγραμμασχέδιο σχεδιάγραμμα
- Vorhabenουδέτερο | Neutrum, sächlich nσχέδιο σκοπόςσχέδιο σκοπός
- Musterουδέτερο | Neutrum, sächlich nσχέδιο σε ύφασμασχέδιο σε ύφασμα
examples
- σχέδιο αποκατάστασης της οικονομίαςSanierungsplanαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- σχέδιο αποφάσεωςResolutionsentwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- σχέδιο διατομήςQuerschnitt(s)zeichnungθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples