προσοχή
[prosoˈçi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Aufmerksamkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fπροσοχή προσήλωσηπροσοχή προσήλωση
- Vorsichtθηλυκό | Femininum, weiblich fπροσοχή προφύλαξηπροσοχή προφύλαξη
- Sorgfaltθηλυκό | Femininum, weiblich fπροσοχή επιμέλειαπροσοχή επιμέλεια
examples