„θέλω“: μεταβατικό ρήμα θέλω [ˈθelo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <παρατατικός | Imperfektimperf; ήθελα; αόριστος | Aoristaor; θέλησα; [η]θελημένος> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) wollen, verlangen, nötig haben, begehren, fehlen, wünschen wollen (να /Infinitiv) θέλω επιθυμώ (sich) wünschen θέλω επιθυμώ θέλω επιθυμώ verlangen θέλω απαιτώ θέλω απαιτώ nötig haben θέλω έχω ανάγκη θέλω έχω ανάγκη begehren θέλω ποθώ ερωτικά θέλω ποθώ ερωτικά fehlen θέλω λείπω θέλω λείπω examples τι θέλεις να πεις; was meinst du damit? τι θέλεις να πεις; τι θέλετε; was wünschen Sie? τι θέλετε; όπως θέλεις! wie du willst! όπως θέλεις! θέλει χρόνο das braucht Zeit θέλει χρόνο θέλεις τίποτα; brauchst du etwas ? θέλεις τίποτα; θα ήθελα … ich möchte gern … θα ήθελα … θα ήθελα να μιλήσω με τον κύριο … ich möchte mit Herrn … sprechen θα ήθελα να μιλήσω με τον κύριο … hide examplesshow examples