ζωντανός
[zondaˈnos], ζωντανή, ζωντανόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- ζωντανός στη ζωή
- lebendigζωντανός όλο ζωντάνιαζωντανός όλο ζωντάνια
- lebhaftζωντανός αφήγησηζωντανός αφήγηση
- lebensnahζωντανός όπως στην αληθινή ζωήζωντανός όπως στην αληθινή ζωή
- Live-ζωντανός τηλεόραση | Fernsehenτηλ κτλζωντανός τηλεόραση | Fernsehenτηλ κτλ
examples
-
- ζωντανή εκπομπήθηλυκό | Femininum, weiblich fLivesendungθηλυκό | Femininum, weiblich f
-
hide examplesshow examples