Greek-German translation for "εκτελώ"

"εκτελώ" German translation

εκτελώ
[ekteˈlo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • ausführen, durchführen
    εκτελώ εκτελώ
    εκτελώ εκτελώ
  • erfüllen
    εκτελώ εκπληρώνω
    εκτελώ εκπληρώνω
  • darbieten
    εκτελώ θέατρο | Theaterθεατ
    εκτελώ θέατρο | Theaterθεατ
  • aufführen
    εκτελώ μουσ
    εκτελώ μουσ
  • vollstrecken
    εκτελώ νομικός όρος | Rechtswesenνομ απόφαση
    εκτελώ νομικός όρος | Rechtswesenνομ απόφαση
  • hinrichten, exekutieren
    εκτελώ θανατώνω
    εκτελώ θανατώνω
εκτελώ έναρξη
εκτελώ έναρξη
εκτελώ κύλιση
εκτελώ κύλιση
εκτελώ αναβάθμιση σε
εκτελώ αναβάθμιση σε
εκτελώ στον τροχό
εκτελώ στον τροχό
εκτελώ λήψη
εκτελώ λήψη
εκτελώ ενδιάμεση προσγείωσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκτελώ ενδιάμεση προσγείωσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκτελώ νεκροψία σε
εκτελώ νεκροψία σε

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: