„Detail“: Neutrum, sächlich DetailNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -s> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) λεπτομέρεια λεπτομέρειαFemininum, weiblich | θηλυκό f Detail Detail examples ins Detail gehen υπεισέρχομαι σε λεπτομέρειες ins Detail gehen bis ins kleinste Detail ως και την παραμικρή λεπτομέρεια bis ins kleinste Detail