„σοβαρά“: επίρρημα σοβαρά [sovaˈra]επίρρημα | Adverb adv Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ernsthaft, im Ernst ernsthaft, im Ernst σοβαρά σοβαρά examples σοβαρά άρρωστος schwer krank σοβαρά άρρωστος σοβαρά τραυματισμένος schwer verletzt σοβαρά τραυματισμένος