σειρά
[siˈra]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Reiheθηλυκό | Femininum, weiblich fσειρά γραμμή ανθρώπων, πραγμάτωνσειρά γραμμή ανθρώπων, πραγμάτων
- (Reihen-)Folgeθηλυκό | Femininum, weiblich fσειρά διαδοχήσειρά διαδοχή
- Zeileθηλυκό | Femininum, weiblich fσειρά κειμένουσειρά κειμένου
- Serieθηλυκό | Femininum, weiblich fσειρά τηλεόραση | Fernsehenτηλσειρά τηλεόραση | Fernsehenτηλ