„εκ“: πρόθεση εκ [ek]πρόθεση | Präposition, Verhältniswort präp <+γενική | +Genitiv+gen; vor Vokal εξ> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) seitens meiner-/deinerseits von Natur aus von Geburt an abwechselnd examples εκ μέρους seitens (+γενική | +Genitiv+gen) εκ μέρους εκ μέρους μου/σου meiner-/deinerseits εκ μέρους μου/σου εκ φύσεως von Natur aus εκ φύσεως εκ γενετής von Geburt an εκ γενετής εκ περιτροπής abwechselnd εκ περιτροπής hide examplesshow examples