γειτονιά
[jitoˈɲa]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- (Stadt-)Viertelουδέτερο | Neutrum, sächlich nγειτονιά συνοικίαγειτονιά συνοικία
- Nachbarschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fγειτονιά γείτονεςγειτονιά γείτονες
examples
- γειτονιά με κέντρα διασκέδασηςVergnügungsviertelουδέτερο | Neutrum, sächlich n