„ασπίδα“: θηλυκό ασπίδα [asˈpiða]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schild (Schutz-)Schildαρσενικό | Maskulinum, männlich m ασπίδα ασπίδα examples ασπίδα προστασίας από τη θερμότητα Hitze(schutz)schildαρσενικό | Maskulinum, männlich m ασπίδα προστασίας από τη θερμότητα