μέσα
[ˈmesa]επίρρημα | Adverb advOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μέσα εσωτερικό χώρου
- zwischen, mittendrinμέσα ανάμεσαμέσα ανάμεσα
- μέσα χρονικό
μέσα
[ˈmesa]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)