Verkehrsmittel
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- συγκοινωνιακό μέσοNeutrum, sächlich | ουδέτερο nVerkehrsmittelVerkehrsmittel
examples
- öffentliche VerkehrsmittelNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplμέσαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplμαζικής συγκοινωνίας μεταφοράς