„δίχτυα“: πληθυντικός ουδετέρου δίχτυα [ˈðixtia]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Netz Netzουδέτερο | Neutrum, sächlich n δίχτυα αθλητισμός | Sportαθλ δίχτυα αθλητισμός | Sportαθλ