Zockerin
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -nen> umgangssprachlich | οικείοumgOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- τζογαδόραFemininum, weiblich | θηλυκό fZockerin SpielerinZockerin Spielerin
- ειδικήFemininum, weiblich | θηλυκό f στα ηλεκτρονικά παιχνίδιαZockerin Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTZockerin Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT
examples
- sie ist voll die Zockerinείναι πραγματική κομπιουτεράκιας