κομπιουτεράκιας
[kombjuteˈrakjias]αρσενικό | Maskulinum, männlich m οικείο | umgangssprachlichοικOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Computerfreakαρσενικό | Maskulinum, männlich mκομπιουτεράκιαςκομπιουτεράκιας