„virtuell“: Adjektiv virtuellAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εικονικός εικονικός virtuell Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT virtuell Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT examples virtuelles Laufwerk εικονική συσκευήFemininum, weiblich | θηλυκό f virtuelles Laufwerk virtuelle Realität εικονική πραγματικότηταFemininum, weiblich | θηλυκό f virtuelle Realität