Laufwerk
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μονάδαFemininum, weiblich | θηλυκό f δίσκουLaufwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTLaufwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT