„Todesdrohung“: Femininum, weiblich TodesdrohungFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) απειλή κατά της ζωής απειλήFemininum, weiblich | θηλυκό f κατά της ζωής Todesdrohung Todesdrohung examples Todesdrohungen erhalten δέχομαι απειλές για τη ζωή μου Todesdrohungen erhalten