„Strand“: Maskulinum, männlich StrandMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; Strände> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παραλία, ακρογιάλι, πλαζ, αμμουδιά, ακτή, ακρογιαλιά παραλίαFemininum, weiblich | θηλυκό f Strand ακτήFemininum, weiblich | θηλυκό f Strand Strand ακρογιάλιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Strand ακρογιαλιάFemininum, weiblich | θηλυκό f Strand Strand πλαζFemininum, weiblich | θηλυκό f Strand Badestrand Strand Badestrand αμμουδιάFemininum, weiblich | θηλυκό f Strand Sandstrand Strand Sandstrand examples am Strand στην παραλία am Strand