Spurensicherung
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- συλλογήFemininum, weiblich | θηλυκό f αποδεικτικών στοιχείωνSpurensicherung das SichernSpurensicherung das Sichern
examples
- ein Mitarbeiter der Spurensicherungένας συνεργάτης της εγκληματολογικής μονάδας