Paragraf
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-en; -en>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- άρθροNeutrum, sächlich | ουδέτερο nParagraf Rechtswesen | νομικός όροςJURπαράγραφοςFemininum, weiblich | θηλυκό fParagraf Rechtswesen | νομικός όροςJURParagraf Rechtswesen | νομικός όροςJUR