„Hauptsache“: Femininum, weiblich HauptsacheFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) το κυριότερο, το παν το κυριότεροNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Hauptsache το πανNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Hauptsache Hauptsache examples Hauptsache du verstehst richtig το κυριότερο είναι να καταλάβεις σωστά Hauptsache du verstehst richtig