„Grubenunglück“: Neutrum, sächlich GrubenunglückNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) τραγωδία σε ανθρακωρυχείο τραγωδίαFemininum, weiblich | θηλυκό f σε ανθρακωρυχείο Grubenunglück Grubenunglück