„Bargeld“: Neutrum, sächlich BargeldNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) μετρητά, ρευστό μετρητάNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Bargeld ρευστόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Bargeld Bargeld