„ansagen“: transitives Verb ansagentransitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ανακοινώνω, αναγγέλλω, εκφωνώ ανακοινώνω, αναγγέλλω, εκφωνώ ansagen ansagen