Greek-German translation for "ύλη"

"ύλη" German translation

ύλη
[ˈili]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Materieθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ύλη φυσ
    Stoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ύλη φυσ
    ύλη φυσ
  • Materialουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    ύλη υλικό
    ύλη υλικό
  • Inhaltαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ύλη περιεχόμενο
    ύλη περιεχόμενο
  • Unterrichtsstoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ύλη μαθημάτων
    ύλη μαθημάτων
examples
  • πρώτη ύλη
    Rohstoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    πρώτη ύλη
  • τεχνητή ύλη
    Kunststoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    τεχνητή ύλη
  • ύλη ανάγνωσης
    Lesestoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ύλη ανάγνωσης
γραφική ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f
Schreibmaterialουδέτερο | Neutrum, sächlich n
γραφική ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f
καύσιμη ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f
Brennmaterialουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Brennstoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
καύσιμη ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f
εκρηκτική ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f
Sprengstoffαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Sprengkörperαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εκρηκτική ύληθηλυκό | Femininum, weiblich f

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: