τίτλος
[ˈtitlos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Titelαρσενικό | Maskulinum, männlich mτίτλος βιβλίου, ταινίας, ευγενείας, πανεπιστημιακόςτίτλος βιβλίου, ταινίας, ευγενείας, πανεπιστημιακός
- Überschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fτίτλος επικεφαλίδατίτλος επικεφαλίδα
- Schlagzeileθηλυκό | Femininum, weiblich fτίτλος εφημερίδαςτίτλος εφημερίδας
examples
- τίτλοιπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl τέλους τηλεόραση | FernsehenτηλAbspannαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- τίτλος βιβλίουBuchtitelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- τίτλος ευγενείαςAdelstitelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
hide examplesshow examples