Greek-German translation for "σύντομος"

"σύντομος" German translation

σύντομος
[ˈsindomos], σύντομη, σύντομοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • kurz
    σύντομος χρόνος
    σύντομος χρόνος
  • flüchtig
    σύντομος βλέμμα
    σύντομος βλέμμα
  • gedrungen
    σύντομος ύφος
    σύντομος ύφος
examples
  • σύντομες διακοπέςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl
    Kurzurlaubαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    σύντομες διακοπέςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl
  • σύντομες ειδήσειςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl
    Kurznachrichtenπληθυντικός | Plural pl
    σύντομες ειδήσειςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl
  • σύντομο δελτίοουδέτερο | Neutrum, sächlich n ειδήσεων
    Kurzmeldungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    σύντομο δελτίοουδέτερο | Neutrum, sächlich n ειδήσεων

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: