συμβατός
[simvaˈtos], συμβατή, συμβατόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- kompatibelσυμβατός ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφσυμβατός ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
examples