„στοιχειοθεσία“: θηλυκό στοιχειοθεσία [stiçioθeˈsia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schriftsatz Schriftsatzαρσενικό | Maskulinum, männlich m στοιχειοθεσία στοιχειοθεσία