σπατάλη
[spaˈtali]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Verschwendungθηλυκό | Femininum, weiblich fσπατάλησπατάλη
- Vergeudungθηλυκό | Femininum, weiblich fσπατάλη χρόνου, δυνάμεωνσπατάλη χρόνου, δυνάμεων
examples
- σπατάλη δύναμηςKraftverschwendungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- σπατάλη ενέργειαςEnergieverschwendungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- σπατάλη θέρμανσηςAbwärmeθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples