σούστα
[ˈsusta]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Federθηλυκό | Femininum, weiblich fσούστα στρώματοςσούστα στρώματος
- Druckknopfαρσενικό | Maskulinum, männlich mσούστα φούστας, κτλσούστα φούστας, κτλ
examples
- σούστεςπληθυντικός | Plural plFederungθηλυκό | Femininum, weiblich f